ΝΕΚΡΕΣ ΦΥΣΕΙΣ ΙΙ

.
.
Ο Μαρκίδης μεταφέρει στις νεκρές φύσεις τη θερμή εκφραστικότητα των πορτραίτων του, εμψυχώνοντάς τες με ένα στοιχείο που θα μπορούσε να περιγραφεί ως στιγμιαία αλλά αδιακόπως επαναλαμβανόμενη κατάλυση της ακινησίας. Για την ακρίβεια πρόκειται για μια, διαμέσου της απεικόνισης των πραγμάτων, ευαίσθητη και στοχαστική μελέτη του νοήματος του μαύρου, το οποίο, μολονότι περιβάλλει τα αντικείμενα, είναι ταυτόχρονα κεντρικό χρώμα του ζωγράφου. Είναι ένα μαύρο βαθύ αλλά αντιφατικό που δίνει την αίσθηση ότι έχει τις ρίζες του στο φως, παρέχοντας μια αδιάλειπτη υπόσχεση αναίρεσης του σκότους.
Ο Μαρκίδης δεν απομακρύνεται από τη ζωγραφική του τελάρου ούτε όμως επιστρέφει στον ακαδημαϊσμό. Πορεύεται σε μιαν ατραπό ή καλύτερα σ’ ένα μεταίχμιο όπου καταλήγουν και αναδιαρθρώνονται στοιχεία σε μια παράδοξη σύνθεση, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι όχι η συναίρεση αλλά η ισόρροπη παράθεση και η δημιουργική συνομιλία των αντιθέτων. Πρόκειται για μια συνομιλία που τελείται στη βάση της αρμονικής αντίστιξης του χθόνιου με το υπερβατικό, από την οποία και απορρέει η παλλόμενη εσωτερικότητα του ζωγράφου.
Νάσος Βαγενάς


Οι νεκρές φύσεις του Χρήστου Μαρκίδη κινούνται σ’ ένα χώρο απερίγραπτο και γι’ αυτό εικονίζει τα ευφάνταστα «όριά του»: ο δημιουργός μάς προσφέρει κάτι από τη ζωγραφική εκείνη που δεν αναζητεί ερωτήματα για τον θεατή, τον θεωρό, το βλέμμα. Ολοκληρώνει την απάντησή του στο δικό του ερώτημα και από αυτή την άποψη η ζωγραφική πραγματικότητα μάς πείθει ότι ο κύριος συντελεστής της, ο άνθρωπος-καλλιτέχνης, υπερνίκησε την τεχνική και με το αίσθημά του απάλλαξε τη λογική γνώση μπρος στη φορτισμένη παρουσία της ποίησης των πραγμάτων.
Δρ Δημήτρης Δεληγιάννης


















































































































Μικτές τεχνικές σε καμβά 80Χ25 - 160Χ120 εκ.