Πέρα Μετέωρα

.

Πέντε η ώρα τ’ απόγευμα αντίκρισα το χρυσό φως να βασιλεύει. Περπατούσα την οδό Ιπποκράτους, όλη η αριστερή πλευρά βαμμένη και κατά το νότο το στερέωμα φωτιά. Αυτό το φως, σκέφτηκα, το ακριβοθώρητο, το μια φορά το χρόνο, σπούδασαν οι πατέρες στον νοητό κάμπο, παρ’ όλη την καταστροφή, το άυλο θάλλει, και μένει, και μέλλει.
Γεννήθηκα σε μια πατρίδα που περιβάλλεται τόσο από κλειστούς όσο και από ανοιχτούς, παραμυθητικούς ορίζοντες. Η πρώτη μου οριακή συνάντηση ήταν με τα δέντρα και τα νερά. Η δεύτερη, με τον ουρανό και των εποχών τον κύκλο. Η τρίτη, μια σειρά ζωγραφισμένες επιφάνειες στο εσωτερικό ενός ναού, λειτουργούσε ακόμη η ενορία, οι κοινωνικές συνάξεις περιστρέφονταν στον εωθινό άξονα της αρχέγονης πίστης.
Συλλογίζομαι και θα συλλογίζομαι, έκτοτε, το αποκαλυπτικό νόημα που γονιμοποίησε μέσα μου η αστραφτερή ενατένιση των Εικόνων. Και δεν μπορεί παρά να συλλογίζεται κανείς τη συνέχεια και τη συνέπεια του μεταφυσικού μας αιτήματος, που οργανώνοντας τον λυτρωτικό του μύθο με θυσιαστική, αναστάσιμη παρρησία, πύκνωσε κάποτε την υπαρξιακή άβυσσο για να την ανοίξει ταυτόχρονα σ’ ένα φως όντως ριζικό, όλως ανακαινιστικό και πρωτόγνωρο. Συλλογίζομαι και θα συλλογίζομαι ακόμη το μείζον θέμα που επανερχόταν στα καθ’ ημάς, μέχρι να σαρωθεί ο πλανήτης από τη λαίλαπα της παγκόσμιας πληροφορίας. Ένα θέμα που πάντοτε μας αφορά και μας αγγίζει -εφόσον υπάρχουμε στο σταυροδρόμι του τόξου-, και όπως κατορθώσαμε μαρτυρικά κάποτε την υπέρβαση, έτσι μπορούμε πάλι στο μέλλον να εννοήσουμε τη μια ή την άλλη πλευρά: Την καθοδική τάση της Ανατολής όπως και την ξέφρενη πορεία της Δύσης. Την πίστη και τη λογική, την επιβολή και την εγκαρτέρηση, τον αναπότρεπτα παγιωμένο φαταλισμό και την απομυθοποιητικά δυσεπανόρθωτη ύβρι. (Από το επιτύμβιο ανάγλυφο ώς την αντίστροφη προοπτική των Εικόνων, από την επιδαπέδια ψηφίδα ώς τον καταυγάζοντα παντοκρατορικό τρούλλο, από την ορφική ωδή ώς την ιερή μελωδία, από τη δραματουργική θεατρική πράξη ώς την ευχαριστιακή τελετουργική δόξα, η στάση μας συμπύκνωσε αυτό που δεν ήταν μήτε συστηματική απώλεια μήτε τερατώδης ανάπτυξη, αλλά μια τρίτη, ολότελα διαφορετική μέθεξη στο ουσιώδες).
Συλλογίζομαι και την έκταση των ορίων, που πλάθουν μέσα μας την αλήθεια. Εκείνη που χρειάζεται τον ατέρμονα χρόνο για να φανερωθεί και ν’ ανθίσει, κυοφορώντας ωστόσο άλλοτε εναργείς, άλλοτε διχαστικά καταστροφικές δυνάμεις - φέρουμε την παντοτινή ευθύνη να επιλέγουμε τις ζωηφόρες ανάμεσά τους.
Αυτές τις σκέψεις έκανα ο αλαφροΐσκιωτος, γυρνώντας εκεί απ’ όπου ξεκίνησα καθώς έπαιρνε να νυχτώνει, καθώς το φως τρεμόπαιζε ανατέλλοντας άσπιλο προς τον Σείριο.