Στην καρδιά της ύλης

.
.
Πρωτοείδα μέρος της δουλειάς του Σκλάβου το 1981 στην έκθεση αφιέρωμα της γκαλερί Ζουμπουλάκη, δεκατέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του, έχω ακόμη τη μνήμη του πορφυρίτη στα δάχτυλα. Παραδόξως, και ενώ το συμβολικό του όνομα αιωρούνταν σαν μύθος στα ουτοπικά νεανικά μας στέκια, από το επίσημο τότε καλλιτεχνικό κατεστημένο δεν γινόταν καμιά αναφορά και συζήτηση, ο μεγάλος γλύπτης δεν ανήκε στην καθιερωμένη γενιά της ελληνικότητας, ούτε στην αμέσως επόμενη, φορμαλιστική γενιά της αφαίρεσης, έφυγε άλλωστε νωρίς. Συντετριμμένος κυριολεκτικά και μεταφορικά από το βάρος του έργου του, είχε τη μοίρα του μοναδικού, μια μοναδικότητα σκληρή και ακριβά σμιλεμένη, όπως οι πέτρες που διάλεξε για να μετρήσει εντός τους την φοβερή άβυσσο του φωτός.
Αναρωτιέται συχνά κανείς, πού πήγε μια τόσο μεγάλη τέχνη όπως η γλυπτική στην πέτρα. Ταυτισμένη με το απόλυτο, φαίνεται να μην έχει θέση σε εποχές σαν τη δική μας. Και θα ήταν ίσως υπερβολή γι'αυτήν, που έφτασε σε πλήρη ακμή πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, να ζητούμε να ανθίζει στους μεταμοντέρνους καιρούς, όταν σύμπασα η κοσμική φαντασίωση ενδιαφέρεται μόνο για οικονομικά και τεχνολογικά μεγέθη. Ένας λόγος που η ζωγραφική εξαδέλφη της εξακολουθεί να αντιστέκεται, παρότι πλήττεται από μύρια υποκατάστατα, είναι θαρρώ και το παιχνίδι που κάνει στα ιδιωτικά παζάρια. Διακοσμητική κι αυτή, βέβαια, και μακριά από τον ιερό της στόχο, αλλά πάντως ακόμη ζωντανή. Η γλυπτική χρειάζεται πνευματική και υλική υποστήριξη, μα πάνω απ’ όλα συλλογικά ακέραιο όραμα, η γλυπτική φαντάζει άρρηκτα δεμένη με τον πολιτισμό. Και κάθε μεγάλος πολιτισμός, πασχίζοντας να θεραπεύσει την ύπαρξη, υπέταξε σταδιακά το μερικό στην ολότητα, το σκοτεινό στο αρχέτυπο, το μυθικό υπόλοιπο στο ανεξίτηλο εννοιακό ισοκράτημα, από τον πρόγονο του Φειδία ως τον Μιχαήλ Άγγελο και τον Μπρανκούζι, ο "άλλος λόγος" έτσι ορίστηκε. Αυτού του λόγου έσχατος ποιητής ήταν ο Σκλάβος. Ο καλλιτέχνης που αναλώθηκε στην αναζήτηση του νοήματος της μορφής σε ένα από τα πιο σκληρά υλικά της φύσης. Την αρχέγονη πέτρα.
Θυμάμαι το Δελφικό φως και τον κλονισμό που ένιωσα κάτω από τον πρωινό ήλιο, όταν μου αποκαλυπτόταν συμπυκνωμένη ολάκερη η μεταφυσική ενέργεια του υπαίθριου τόπου. Σαν καμπάνα ηχούσε η σμίλη του μανικού εργάτη μέρα και νύχτα, καθώς έλεγαν οι παλαιοί, φτερώνοντας τη φλόγα στο εργαστήριο της Απολλώνειας αντίστασης.
Την εποχή που ο Σκλάβος δούλευε το μνημειώδες έργο του από πεντελικό μάρμαρο, διαστάσεων 6 x 5 x 4 μέτρα και βάρους τριάντα τόνων, χωρίς καμιά αμοιβή επί έντεκα μήνες, έφευγε ο Αλμπέρτο Τζακομέτι, ο σημαντικότερος γλύπτης του εικοστού αιώνα. Ακριβώς ένα χρόνο μετά ακολούθησε και ο ίδιος, καταπλακωμένος από τον μοιραίο μονόλιθο - ο Τζακομέτι ολοκλήρωνε τον κύκλο του, ο Σκλάβος είχε μόλις αρχίσει. Όπως είχε αρχίσει να εδραιώνεται ύπουλα και το άνυδρο εσωτερικό τοπίο.
Μπορεί κάποτε ο άνθρωπος να αναζητήσει και πάλι το φως μέσα στην αρχέγονη ύλη;
Όλα είναι λιγότερα...